Πέμπτη 12 Μαΐου 2016


Γιώργος Βαφόπουλος - 20 χρόνια από τον θάνατό του

13η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης
Κυριακή 15 Μαΐου 2016, ώρα 11:00 π.μ. 

Μιλούν για τον Γιώργο Βαφόπουλο και διαβάζουν ποιήματά του οι:

1. Έλλη Χρυσίδου, Αντιδήμαρχος Πολιτισμού, Παιδείας & Αθλητισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης. 
2. Πέτρος Δημητρακόπουλος, Πρόεδρος Εφορευτικής Επιτροπής Βαφοπουλείου Πνευματικού Κέντρου.
3. Περικλής Σφυρίδης, συγγραφέας.
4. Τόλης Νικηφόρου, ποιητής, πεζογράφος.
5. Ζωή Σαμαρά, ποιήτρια, Ομότιμη καθηγήτρια Α.Π.Θ., Πρόεδρος Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.
6. Πρόδρομος Μάρκογλου, ποιητής, πεζογράφος.
7. Ρούλα Αλαβέρα, ποιήτρια.
8. Γιάννης Καρατζόγλου, ποιητής.
9. Αλεξάνδρα Μπακονίκα, ποιήτρια.
10. Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, ποιήτρια, δοκιμιογράφος.
11. Μανώλης Ξεξάκης, ποιητής. 
12. Έλσα Κορνέτη, ποιήτρια.
13. Ηλίας Κουτσούκος, ποιητής, πεζογράφος.
14. Διονύσης Στεργιούλας, ποιητής, δοκιμιογράφος.
15. Μαρία Αρχιμανδρίτου, ποιήτρια. 
16. Ζαφείρης Νικήτας, σκηνοθέτης, ποιητής.

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 15 Μαΐου 2016 και ώρα 11:00 π.μ. στην αίθουσα Πρόσφυγες, στο Περίπτερο 13, στον χώρο της ΔΕΘ. Παράλληλα, στο περίπτερο των εκδόσεων του Δήμου Θεσσαλονίκης (Περίπτερο 15, stand 92) θα λειτουργεί έκθεση με βιβλία και φωτογραφικό υλικό, αφιερωμένη στον ποιητή.

Επιμέλεια – Συντονισμός – Παρουσίαση: Στέλιος Λουκάς 

ΟΡΓΑΝΩΣΗ: Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, Δημοτική Τηλεόραση Θεσσαλονίκης, εκπομπή « Ένα βιβλίο ένα ταξίδι».




Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ: 
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΣ

(αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Boulevard", 
φύλλο Μαρτίου 2016, Αθήνα)

Από πολύ νωρίς ο Διονύσιος Σολωμός είχε την συναίσθηση ότι προσφέρει εθνικό έργο κι ένιωθε βαριά την ευθύνη της χρήσης της δημοτικής γλώσσας. Από πολύ νέος θα πρέπει να διαπίστωσε ότι η ελληνική γλώσσα, πέρα από απλό μέσο έκφρασης, είχε μια δύναμη και μια πλαστικότητα, μια ικανότητα να μεταδίδει ανεπαίσθητα ιδέες και αισθήματα. Γι’ αυτό και τόσο νωρίς την τοποθετεί δίπλα στην ιδέα της ελευθερίας, την τοποθετεί δηλαδή στο επίπεδο της Ιδέας. 

Η σχέση του με κάποιους ανθρώπους δεν τον εμπόδισε να κρίνει τους ίδιους ή το έργο τους με ειλικρίνεια. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που συγκρούστηκε με φίλους του αλλά και με ανώτατους αξιωματούχους, για θέματα φαινομενικά ασήμαντα, που όμως για τον ίδιο σήμαιναν πολλά. Η ευθύτητα, η αμεσότητα και το θάρρος της γνώμης, που τον χαρακτήριζαν στην προσωπική του ζωή, μετατρέπονται σε διαμάντια στους στίχους του. Ο πραγματικός ποιητής δεν είναι άλλος στη ζωή του και άλλος στο έργο του. Δεν διαχωρίζονται αυτά τα δύο.

Παρόλο που ενημερωνόταν διαρκώς για όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα, φαίνεται ότι δεν εγκατέλειψε ποτέ τα Επτάνησα μετά την επιστροφή του από την Ιταλία. Όταν κάποιοι φίλοι του τον πίεζαν να επισκεφθεί την Ελλάδα, απαντούσε ότι φοβάται. Φοβόταν ίσως την απομυθοποίηση του Μεσολογγίου και όλων εκείνων των τόπων και των ανθρώπων, που είχαν λειτουργήσει ως σύμβολα στη σκέψη του και στην ποίησή του.

Στην Κέρκυρα όλοι αναγνώριζαν την αξία του έργου του, αλλά τον θεωρούσαν παράξενο. Γράφτηκε ότι είχε απαγορεύσει στους φίλους του να τον χαιρετούν πρώτοι, αν τύχαινε να τον συναντήσουν στη διάρκεια του περιπάτου του. Αν ήθελε να τους μιλήσει, θα τους πλησίαζε εκείνος.

Έπινε πολύ, αρχικά κρασί και στη συνέχεια άλλα δυνατά ποτά. Προς το τέλος της ζωής του πρέπει να είχε γίνει αλκοολικός. Η αγάπη του για το ποτό θυμίζει τον μεταγενέστερο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ο Παπαδιαμάντης δεν είχε ποτέ την οικονομική άνεση του Σολωμού. Η μεγάλη του φήμη δεν τον προστάτεψε από τη φτώχεια. Ωστόσο, η ζωή τους παρουσιάζει πολλές ομοιότητες. Ήταν και οι δυο νησιώτες. Με το έργο τους, με αφορμή ανθρώπους και γεγονότα του καιρού τους και του τόπου τους, οικοδόμησαν ένα ηθικό σύμπαν, δίνοντας άφθαρτη μορφή στις αξίες, στις οποίες πίστεψαν. Η πίστη στον Θεό διαπερνά το σύνολο του έργου τους. Έζησαν μόνοι ή σχεδόν μόνοι, δεν θέλησαν να δημιουργήσουν δική τους οικογένεια. Αγαπούσαν τα εκκλησιαστικά κείμενα και τα βιβλία της ιερής παράδοσης. Ένα μαύρο πανωφόρι χαρακτήριζε την ενδυμασία τους. Ήταν δύσκολοι στη συναναστροφή και απέφευγαν τις επιφανειακές κοινωνικές σχέσεις.

Αγαπούσε τους φίλους του και βοηθούσε οικονομικά τους ανθρώπους που είχαν ανάγκη, χωρίς να περιμένει κάποιο αντάλλαγμα από αυτούς. Αντιπαθούσε, όσο τίποτε άλλο, τους κόλακες και τους ψεύτες και φερόταν με τον χειρότερο τρόπο σε όσους του έλεγαν ωραία λόγια, με σκοπό να τον χρησιμοποιήσουν αργότερα. Έπαιρνε συχνά μαζί του στα καταστήματα τα παιδιά των φίλων του και τους αγόραζε παιχνίδια. Κάποιες φορές, όταν έβλεπε τα παιδιά να παίζουν, πλησίαζε και έμπαινε στο παιχνίδι τους. Κάτι ανάλογο συνήθιζαν να κάνουν χιλιάδες χρόνια πριν ο φιλόσοφος Ηράκλειτος και πολλά χρόνια αργότερα ο ζωγράφος Θεόφιλος. Ίσως με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να καλύψει τα κενά της ταραγμένης παιδικής του ηλικίας. Ίσως στα παιδιά έβρισκε την ανεπιτήδευτη αθωότητα, που οι ενήλικες απώλεσαν στην πορεία και δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν.

Η γλώσσα του

Λίγους μήνες πριν ο Σολωμός γράψει τον «Ύμνο εις την Ελευθερία», είχε πει στον Σπυρίδωνα Τρικούπη, που τον παρότρυνε να γράψει στην ελληνική γλώσσα: «Δεν ξέρω ελληνικά». Ο Σεφέρης, σε μία φράση που μοιάζει αδόκιμη αν την αντιμετωπίσουμε αποσπασματικά, έγραψε, αναφερόμενος στους Κάλβο, Σολωμό και Καβάφη: «Οι τρεις μεγάλοι πεθαμένοι ποιητές μας που δεν ήξεραν ελληνικά». Ήξερε να εκφράζεται σε αυτή προφορικά και να γράφει, με γραφή εν μέρει φωνητική, ό,τι σκεφτόταν. Απ’ ό,τι φαίνεται, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ ιδιαίτερα για την ιστορική ορθογραφία της. Η ορθογραφία του είναι ανάλογη με εκείνη των ανθρώπων που δεν είχαν φοιτήσει σε σχολείο και για κάποιους λόγους θέλησαν μεγάλοι να καταγράψουν τις σκέψεις τους. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν τα χειρόγραφα του Μακρυγιάννη και άλλων αγωνιστών της τουρκοκρατίας.

Άδολη φιλία

Ο ποιητής ένιωθε έντονη την ανάγκη να τον αγαπούν. Ίσως ο ψυχισμός του επηρεάστηκε από κάποια γεγονότα που σχετίζονταν με την οικογενειακή του ζωή, τα οποία δεν μπορούσαν να τον αφήσουν ανεπηρέαστο. Όταν, μετά το τέλος των σπουδών του, γύρισε από την Ιταλία, βρήκε την μητέρα του, που είχε χρόνια να την αντικρίσει, να μεγαλώνει τα παιδιά που είχε αποκτήσει με τον άντρα που παντρεύτηκε αμέσως μετά τον θάνατο του δικού του πατέρα. Δεν του συμπαραστάθηκαν στα πρώτα βήματα της νέας του ζωής ούτε η μητέρα του, που είχε την δική της οικογένεια, ούτε τα αδέλφια του ούτε οι συγγενείς του. Αντιθέτως, αυτός τους βοηθούσε με όποιον τρόπο μπορούσε. Μόνο λίγοι νέοι με κοινά ενδιαφέροντα ήρθαν κοντά του και η μοναξιά έγινε υποφερτή. Δεν είναι τυχαία η προσκόλληση που δείχνει σε κάποιους φίλους του δεκαετίες αργότερα και η σημασία που αποδίδει στην ιδεατή, άδολη φιλία. Όπως πολλοί άνθρωποι του πνεύματος, θεωρεί τις συγγενικές σχέσεις ασήμαντες μπροστά στις πνευματικές και τις φιλικές. Δεν διστάζει όμως να συγκρουστεί, να έρθει ακόμη και σε οριστική ρήξη με όσους στην πορεία αποδεικνύονται μικρόψυχοι και ανάξιοι της εμπιστοσύνης του.

Η μοναχικότητά του

Ο Σολωμός από πολύ νωρίς επιδιώκει τη μοναξιά. Όταν του δίνεται ευκαιρία, μένει μακριά από την πόλη και κάνει περιπάτους στην εξοχή. Στην ηλικία που άλλοι έπαιρναν οριστικές αποφάσεις για τον έγγαμο βίο τους, αποφασίζει να ζήσει μόνος. Τον Νοέμβρη του 1837 (σε ηλικία 39 ετών) γράφει στον αδελφό του Δημήτρη: «Εγώ τη μοναξιά, όπου ζω τώρα και κάμποσα χρόνια, δε θα την αφήσω παρά μονάχα όταν αφήσω και τη ζωή. Ίσια ίσια που θα θαφτώ ολοένα και πιο πολύ μέσα της, κι αυτό μου δίνει κάποια παρηγοριά, καθώς και την απόλυτη συναίσθηση για το καθήκον μου».

Ένιωθε την ανάγκη της αγάπης των άλλων και γνώριζε πολύ καλά πως για να πάρεις αγάπη πρέπει να δώσεις αγάπη. Πίστευε με πάθος στη μεταθανάτια ζωή και αυτό μπορεί να το διακρίνει κανείς σε όλη την έκταση του έργου του. Πίστευε ότι στην άλλη ζωή θα συναντήσει τα πρόσωπα που αγάπησε αλλά στερήθηκε, έχοντας την ελπίδα ότι η θεϊκή κρίση θα τον τοποθετούσε στην πλευρά των «δικαίων». ΔΣ 

[Απόσπασμα από εκτενές δοκίμιο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Οδός Πανός, τεύχος 105-106, 1999]



Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Ένα νησί
Και να μη γνωρίζει κανείς την αρχαία ελληνική μυθολογία, εύκολα θα μπορούσε να φανταστεί μετά από μια επίσκεψη στη Δήλο, ότι υπάρχει κάποιος Θεός πίσω από αυτό το φως που κάνει όλα τα πράγματα “δήλα”-φανερά, αφού, είτε απευθείας από τον ήλιο είτε ως αντανάκλαση, δημιουργεί τέτοια χρώματα και αποχρώσεις, ώστε να αμφιβάλλεις αν ποτέ εδώ νυχτώνει.

Όταν επισκέπτεσαι τη Δήλο, νιώθεις την προηγούμενη ζωή σου να γλιστρά κάτω από τα πόδια σου και να φεύγει, νιώθεις μια μυστηριακή κένωση. Μια διαδικασία απαραίτητη, ώστε λίγο μετά να έχεις το δικαίωμα να γευτείς το αληθινό φως, να περπατήσεις στα ζωντανά συντρίμμια ενός μυθικού και ιερού τόπου, σε ένα από τα πιο λιτά τοπία του Αιγαίου.

Εκείνο που περισσότερο ίσως από όλα εντυπωσιάζει τον επισκέπτη -πέρα από την εκτυφλωτική, σχεδόν βασανιστική λάμψη του ήλιου- είναι τα υπέροχα ψηφιδωτά: ο Διόνυσος πάνω σ' έναν πάνθηρα, ο Διόνυσος ανάμεσα στην Αθηνά και τον Ερμή, δελφίνια, άγκυρες, θεατρικά προσωπεία. Το φως επιβάλλει τη δική του αισθητική και σπάει την προκατάληψη ότι η τέχνη στους ιερούς χώρους πρέπει να ακολουθεί ρυθμούς αυστηρούς και απόλυτους.

Σ' αυτό το νησί γεννήθηκαν η Άρτεμη και ο Απόλλωνας. Μόνο εδώ η μητέρα τους Λητώ βρήκε καταφύγιο από το αδιάκοπο κυνηγητό της Ήρας. Έτσι, το νησί Αστερία, που ως τότε έπλεε στα νερά του Αιγαίου, με αποτέλεσμα να είναι “άδηλο”, σταθεροποιήθηκε με διαμαντένιες αλυσίδες και πήρε το όνομα Δήλος. Στη συνέχεια, το παριανό μάρμαρο έδεσε εδώ με την ώχρα και τον γρανίτη του εδάφους. Και ο Απόλλων αποδείχτηκε φιλόξενος θεός. Δέχτηκε να εγκατασταθούν στο νησί του και άλλοι θεοί, από την Ανατολή και από την Αίγυπτο.

Αργότερα, που η Δήλος εξαφανίστηκε από τον πολιτικό χάρτη, ονομάζεται και πάλι “Άδηλος” και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας γίνεται ένα από τα ορμητήρια των πειρατών του Αιγαίου.

Ο Δ-ήλιος Απόλλων και ο Ήλιος Απόλλων είναι η προσωποποίηση της πρωταρχικής και πιο πνευματώδους δημιουργικής δύναμης της φύσης: του φωτός. Εδώ ο ήλιος σε βασανίζει, σε κυνηγά, δεν έχεις πού να κρυφτείς. Όπου και να πας θα σε ανακαλύψει και θα αποκαλύψει όλα σου τα μυστικά. Θα σε αναζητήσει και όταν έρθει η στιγμή, κάτω από τα βέλη του θα υποκύψεις στην αλήθεια. ΔΣ

Πρώτη δημοσίευση: Οι μαθητευόμενοι της οδύνης, εκδ. Οδός Πανός, Αθήνα, 1995, σ.76-77.

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016


Αφιέρωμα στον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου

Με αφιέρωμα στον ποιητή Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου κυκλοφόρησε το τεύχος 77-78 του περιοδικού Εμβόλιμον (εκδότης ο ποιητής Γιώργος Χ. Θεοχάρης). 

Στο αφιέρωμα συνεργάζονται με δοκίμια, μαρτυρίες, φιλολογικά κείμενα και ποιήματα αρκετοί ποιητές, πεζογράφοι και κριτικοί λογοτεχνίας: Άννα Αφεντουλίδου, Βασίλης Βασιλικός, Χρύσα Βλάχου, Παναγιώτης Γούτας, Άννα Γρίβα, Γιώργος Χ. Θεοχάρης, Βασίλης Ιωαννίδης, Θωμάς Ιωάννου, Έφη Καλογεροπούλου, Βαλεντίνη Χ. Καμπατζά, Βικτωρία Καπλάνη, Χριστίνα Καραντώνη, Δημήτρης Κονιδάρης, Έλσα Κορνέτη, Κατερίνα Κούσουλα, Κώστας Κρεμμύδας, Στέλιος Λουκάς, Κατερίνα Μαλακατέ, Ειρήνη Μανδηλαρά, Θανάσης Μαρκόπουλος, Δήμητρα Μήττα, Τζίνα Ξυνογιαννακοπούλου, Βάσω Οικονομοπούλου, Χρίστος Παπαγεωργίου, Σωτήρης Παστάκας, Μαρία Πολίτου, Τάσος Πορφύρης, Κώστας Θ. Ριζάκης, Διονύσης Στεργιούλας, Βαγγέλης Τασιόπουλος, Γρηγόρης Τεχλεμετζής.

Επίσης δημοσιεύονται συνεντεύξεις του ποιητή στον Στέλιο Λουκά και στους Θανάση Λάλα και Λάμπη Ταγματάρχη. 

Το πορτρέτο του ποιητή στο εξώφυλλο και τη σελίδα 4 φιλοτέχνησε ο Γιάννης Παπανελόπουλος. 

Ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου γεννήθηκε το 1931 στη Θεσσαλονίκη, όπου και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Tο 1979 μετακόμισε στην Αθήνα, όπου έζησε ως τον θάνατό του (1996).


Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

Όταν έκλεινε τα μάτια (Αλέξανδρος)*
 
Όταν έκλεινε τα μάτια, έβλεπε τον θάνατο να πλησιάζει. Μόλις ξυπνούσε, όλοι τον καθησύχαζαν. Οι σοφοί που τον περιτριγύριζαν έλεγαν ότι το πέταγμα των πουλιών δεν δείχνει θάνατο, ούτε καν θλίψη ή στενοχώρια. Μόνο νίκες, συνεχείς νίκες. Μα ένας ιερέας του Δία είπε τη γνώμη του ελεύθερα αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις: «Οι ψυχές που με τη βία απομάκρυνες από σώματα ανθρώπων, σε θέλουν γρήγορα κοντά τους. Είναι πλέον αργά για κάθε άλλη σκέψη. Το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι να τις εξευμενίσεις όσο είσαι ακόμη ζωντανός».


[*Πρώτη δημοσίευση του ποιήματος: Περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 169, Ιανουάριος-Μάρτιος 2016, σελ. 101]

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Πρόσκληση


Οι Εκδόσεις Οδός Πανός σάς προσκαλούν στην εκδήλωση παρουσίασης των βιβλίων του Γιώργου Χρονά και του Φώτη Θαλασσινού, που θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016, στις 8 μ.μ., στο cafe-bar Γαζία (Καρόλου Ντηλ 22 & Γ. Σταύρου). Για τα βιβλία θα μιλήσουν οι συγγραφείς Διονύσης Στεργιούλας και Παναγιώτης Γούτας.

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Δεύτερη φορά ερείπια*

Τα αγαπημένα μου ερείπια της Παλμύρας, που τόσο όμορφα σμίλεψε ο χρόνος, έγιναν στόχος επίθεσης φανατικών πολεμιστών, που ανατίναξαν ένα μέρος τους, επειδή τα θεώρησαν κατάλοιπο άλλης θρησκείας. Διαβάζοντας την είδηση σκέφτηκα ότι η πρώτη ερείπωση, το αρχικό γκρέμισμα, δεν αποτελεί απαραιτήτως το τέλος. Τα ερείπια μπορούν να γίνουν δεύτερη φορά ερείπια. 
[*Πρώτη δημοσίευση του ποιήματος: Περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 169, Ιανουάριος-Μάρτιος 2016, σελ. 101]

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Ο Οδυσσέας Ελύτης πριν και μετά τη Μαρία Νεφέλη 
(αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Boulevard", 
φύλλο Οκτωβρίου 2015, Αθήνα)

Το ποιητικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη εξακολουθεί να προβληματίζει τους μελετητές και το αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για ένα έργο με στοιχεία ετερόκλητα, παρμένα από τον υπερρεαλισμό, τη γαλλική ποίηση, την ελληνική ιστορία και παράδοση, τη βυζαντινή υμνογραφία, τον Παπαδιαμάντη, τον Σολωμό, την ψυχανάλυση, τον Χέλντερλιν∙ και οι πηγές δεν έχουν τέλος. Ταυτόχρονα είναι ένα έργο του οποίου τις πτυχές δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε εύκολα, εάν δεν γνωρίζουμε κάποια στοιχεία από τον βίο του ποιητή και από τις ιστορικές συγκυρίες που διαμόρφωσαν τη σκέψη και την ποιητική του. Οι δημιουργικές περίοδοι του Ελύτη είναι πολλές και με ακαθόριστα μεταξύ τους όρια. Υπάρχει ωστόσο ένα μεταίχμιο μεταξύ των δύο βασικών περιόδων, που θα μπορούσαμε να το εστιάσουμε στα χρόνια μεταξύ της σύνθεσης και δημοσίευσης της ποιητικής του συλλογής Μαρία Νεφέλη. Τη Μαρία Νεφέλη, που κυκλοφόρησε το 1978, έγραψε και επεξεργάστηκε ο ποιητής κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, στο Παρίσι.

Προσωπικά προτιμώ τις συλλογές που ακολούθησαν τη Μαρία Νεφέλη, όταν ο ποιητής δεν εντυπωσιάζει πλέον μόνο με τις λέξεις αλλά και με τη σκέψη του. Μπορώ όμως να καταλάβω όλους εκείνους που θαυμάζουν τον Ελύτη του Άξιον εστί και των Προσανατολισμών. Στα Ελεγεία της Οξώπετρας (1991), στο Δυτικά της λύπης (1995) και σε άλλες συλλογές της ίδιας περιόδου, η στροφή στον εσωτερικό κόσμο και σε θέματα φιλοσοφικά και υπαρξιακά είναι νομίζω εμφανής. Υπό αυτή την έννοια η Μαρία Νεφέλη αποτελεί έναν σταθμό μεταξύ δύο τάσεων που κυριάρχησαν στο έργο του.

Ο κύκλος της ελληνικότητας
Με την έλευση της δικτατορίας και την αυτοεξορία του στο Παρίσι λίγο μετά τον Μάη του ’68, ο Ελύτης έρχεται αντιμέτωπος με τα ρεύματα του ευρωπαϊκού πνεύματος αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό. Διαπιστώνει πως αυτό που ο ίδιος θεωρούσε για χρόνια πρωτοπορία και επαναστατική στάση ζωής, δηλαδή ο ελληνικός υπερρεαλισμός, είναι ένα μείγμα ελεύθερης σκέψης, καλών προθέσεων και καλών ποιημάτων, αλλά ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από γραφικότητα, ευρωπαϊκό επαρχιωτισμό, ίσως ακόμη και εθνικισμό. Διαπιστώνει ότι ο κύκλος του διαλόγου για το περιεχόμενο του όρου ελληνικότητα, που άνοιξε η «γενιά του τριάντα» και απασχόλησε τους Έλληνες διανοούμενους όσο ελάχιστα άλλα ζητήματα, κλείνει με τον χειρότερο τρόπο. Κλείνει με την απόλυτη γελοιοποίηση, από την πλευρά της δικτατορίας, των όρων ελληνικότητα και παράδοση. Ένα ερώτημα και ένα θέμα που έμοιαζε να είναι πρωταρχικής σημασίας για αριστερούς και δεξιούς, υπερρεαλιστές και συντηρητικούς, αποδεικνύεται εκ των υστέρων ως ένα ακόμη ιδεολόγημα. Όλοι, με εξαίρεση ίσως κάποιους ποιητές της Θεσσαλονίκης, τον Εμπειρίκο και ελάχιστους άλλους, ήθελαν για χρόνια να αποδείξουν ότι εκφράζουν καλύτερα, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, την ελληνικότητα στο έργο τους. Στην πορεία όμως απορροφήθηκαν τόσο από την προσπάθεια αυτή, που ξέχασαν την παράδοση του Σολωμού, του Καβάφη και του Καρυωτάκη. Οι πρώτοι μεταπολεμικοί ποιητές, που βάδισαν σε μια άλλη οδό, άργησαν να γίνουν γνωστοί στο ευρύ κοινό. Ο Σεφέρης, ενώ ασχολήθηκε ερευνητικά ή σε επίπεδο δοκιμίων με το ζήτημα της ελληνικότητας, όταν γράφει ποίηση το χρησιμοποιεί μόνο ως πρόσχημα και μας πηγαίνει κατευθείαν στα βαθιά. «Τρεις βράχοι, λίγα καμένα πεύκα» και αμέσως μετά ο άνθρωπος του καιρού του αντιμέτωπος με τα μεγάλα αδιέξοδα. Πιστεύω ότι αν ο Ελύτης δεν διέθετε φιλοσοφικό υπόβαθρο αλλά και ένα μεγάλο απόθεμα ποιητικού ταλέντου, θα είχε καταποντιστεί από πολύ νωρίς στα ιδεολογήματα που στοίχειωσαν τη γενιά του.

Φιλοσοφικός λόγος
Ο Ελύτης, έχοντας ως σαφές πρότυπο τον Σολωμό, προσπάθησε από νωρίς να δημιουργήσει ποίηση που να στηρίζεται στην Ιδέα, χωρίς όμως να είναι ιδεαλιστής όπως ο Σολωμός. Ο Ελύτης, στην πραγματικότητα, αρχίζει να στρέφεται στον ιδεαλισμό μετά τη Μαρία Νεφέλη, δηλαδή όταν όλα δείχνουν ότι η ποίησή του οδηγείται σε μια πεζότητα. Ο έρωτας, στη Μαρία Νεφέλη, δεν αφορά μόνο το κορμί ή τα μάτια της αγαπημένης, αλλά είναι μια αναμέτρηση με τα άδυτα του εαυτού. Η πορεία που αρχίζει με το έργο αυτό θα συνεχιστεί ως το τέλος. Ο Ελύτης θα απομακρυνθεί, φαινομενικά τουλάχιστον, από τον υπερρεαλισμό και σε κάποια από τα τελευταία πεζά του θα προσεγγίσει τον φιλοσοφικό λόγο. Στα ποιήματά του, αντίστοιχα, θα γίνουν σαφείς οι επιδράσεις του ρομαντισμού. Όλα δείχνουν ότι με τον καιρό ακολουθεί πλέον την εσωτερική του φωνή απαλλαγμένος από ιστορικούς περιορισμούς ή άλλες εμμονές των ποιητών της «γενιάς του τριάντα». Τα διδάγματα του Σολωμού παίρνουν πλέον, στα τελευταία πεζά και ποιήματα, οριστική θέση και δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγε κανείς ότι μπροστά στον ώριμο Ελύτη έργα όπως το Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας, μοιάζουν με απλές ασκήσεις ύφους.
 
Άξιον εστί
Πριν όμως από τη Μαρία Νεφέλη ο Ελύτης είχε δημιουργήσει ένα άλλο ποίημα–σταθμό, το έργο που του χάρισε (και με τη συμβολή της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη) την παγκόσμια αναγνώριση και το βραβείο Νόμπελ. Το Άξιον εστί είναι ένα έργο συνθετικό, με στοιχεία από την εκκλησιαστική υμνογραφία, με εκφράσεις υπερρεαλιστικές, με αναφορές στις διάφορες περιόδους της ιστορίας του Ελληνισμού. Ο δημιουργός υποτάσσει το ταλέντο του στη μορφή και μένει πιστός στο σχήμα, δίνοντας ένα έργο με απόλυτη δόμηση, ταυτόχρονα όμως με μεγάλες στιγμές ελευθερίας. Ό,τι τον είχε απασχολήσει από τη δεκαετία του 1930 και μετά, βρίσκεται εδώ σαν καταστάλαγμα της ποιητικής του εμπειρίας και της μελέτης τόσων δεκαετιών. ΔΣ
http://www.eboulevard.gr/np/newspaper.php?issue=14#page/24
http://www.eboulevard.gr/2015/11/05/o-gios-toy-ilioy

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Κυνηγώντας την ουτοπία*


[Ιγνάτης Χουβαρδάς, Υπόκλιση στον πειρασμό, εκδ. Οδός Πανός, σ.128, Αθήνα 2014]
 
Οκτώ διηγήματα συγκροτούν τη συλλογή με τίτλο Υπόκλιση στον πειρασμό του ποιητή και πεζογράφου Ιγνάτη Χουβαρδά: “Με το βιολί στον ώμο”, “Σύντομη διαμονή σε θέρετρο”, “Η πόλη με τις σκιές”, Η περίπτωση της γειτονοπούλας”, “Ρίχνοντας μια μποτίλια στον ωκεανό”, “Ένα χέλι που γλιστρά και φεύγει”, “Επισκέψεις στην επαρχία, επιστροφή”, “Το αλλόκοτο ημερολόγιο του Κύριλλου και οι φίλοι του”. Τα περισσότερα διηγήματα εστιάζονται στο πρόσωπο μίας κεντρικής ηρωίδας, συνήθως ενός κοριτσιού που για ένα διάστημα πρωταγωνίστησε στη ζωή του αφηγητή. Η ηρωίδα είναι συχνά απούσα ως φυσικό πρόσωπο και τη γνωρίζουμε μέσα από τις σκέψεις και τις αναπολήσεις του. Η προσωπικότητά της όμως και κάποια από τα υλικά που τη συνθέτουν, είτε διαχέονται σε άλλα γυναικεία πρόσωπα, υπαρκτά στον ενεστώτα χρόνο του διηγήματος, είτε έχουν κατακτήσει ολοκληρωτικά τη συνείδηση του αφηγητή, ο οποίος ζει και κινείται μέσα σε ένα σύννεφο μνήμης και νοσταλγίας.

Οι εναλλαγές από τη γενική εικόνα στη λεπτομέρεια, από το παρελθόν στο παρόν, από το βλέμμα στη μνήμη, από τον εσωτερικό μονόλογο στην εξωτερική πραγματικότητα είναι διαρκείς και κρατούν σε εγρήγορση τον αναγνώστη.

Υπάρχει σχεδόν πάντα στη σκέψη του αφηγητή το μοτίβο ενός προ της πτώσεως παραδείσου, με τον ίδιο ως άντρα και με μία μυθοποιημένη γυναίκα που την ακολουθεί ή την παρακολουθεί στα μονοπάτια του δάσους των πολυκατοικιών. Τα άλλα πρόσωπα λειτουργούν συμπληρωματικά, ως σκιές στο φόντο των διηγημάτων. Με σχεδόν επαναλαμβανόμενο και προβλέψιμο τρόπο ο αφηγητής μιλά για τη διαμονή του σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και για πραγματικά ταξίδια που συνδέονται με ταξίδια της μνήμης σε συγκεκριμένα πρόσωπα και στιγμές του παρελθόντος. Η μη ολοκλήρωση της αρχετυπικής σχέσης (που θα είχε ως συνέπεια την έξοδο ή την έξωση από τον παράδεισο) στοιχειώνει το περιεχόμενο των διηγημάτων, με το κέντρο βάρους να μετατοπίζεται διαρκώς από το παρελθόν στο παρόν και αντίστροφα και με τον ήρωα μοιρασμένο σε δύο κόσμους. Μόνη ελπίδα η εύρεση ενός άλλου προσώπου που με τη σειρά του θα μυθοποιηθεί, ώστε η ίδια διαδρομή να συνεχίζεται επ' αόριστον σε μία κυκλική πορεία επανάληψης.

Σε ένα από τα διηγήματα (“Η περίπτωση της γειτονοπούλας”) ο πρωταγωνιστής παρακολουθεί κρυφά από τη μισάνοιχτη πόρτα ένα κορίτσι που κάνει ντους στο μπάνιο του σπιτιού της και με απόλυτο θαυμασμό διατυπώνει έναν ύμνο στο γυναικείο σώμα. Λίγο αργότερα, ενώ του δίνεται η ευκαιρία να προχωρήσει περισσότερο μαζί της, δεν θα το κάνει. Της λέει μόνο, πριν φύγει από το σπίτι της: “Ήταν υπέροχα, Όλγα, είσαι ένα όνειρο”. Το κορίτσι συνεχίζει τη ζωή του κάνοντας άλλη σχέση, ενώ ο ήρωας παραμένει μόνος αναπολώντας την ομορφιά της. Το διήγημα (για την ακρίβεια το τελευταίο μέρος του) μοιάζει να είναι δομημένο με εμφανές πρότυπο το “Όνειρο στο κύμα” του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Πρόκειται δηλαδή πιθανότατα για ενδολογοτεχνική αναφορά, παρόλο που το περιεχόμενο στην πρώτη ανάγνωση θυμίζει βιωματική καταγραφή.

Σε άλλα διηγήματα θυμόμαστε τον Καβάφη και τους στίχους του για τις επιθυμίες που “μαυροφορούν”: “Και ήμουνα τόσες φορές τόσο κοντά. / Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα· / γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη· / και μέσα μου να κλαίει η άδεια μου ζωή, / και να μαυροφορούν οι επιθυμίες μου” (“Ο Σεπτέμβρης του 1903”). Μεταφέρω ένα απόσπασμα από το βιβλίο: “Φοβήθηκα και σταμάτησα. Κι έμεινα μόνος να περιπλανιέμαι στα σκοτεινά δρομάκια και να αναλογίζομαι πως έχασα ένα όνειρο, γιατί είχα δειλιάσει την τελευταία στιγμή” (“Ένα χέλι που γλιστρά και φεύγει”).

Ο συγγραφέας φαίνεται να έχει δεχτεί επιρροές και από τον ποιητή Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου και ιδιαίτερα από το βιβλίο του με τίτλο Τρία ποιήματα. Και γενικότερα όμως τα διηγήματα του Ιγνάτη Χουβαρδά έχουν εσωτερική σχέση με την ποίηση του Ασλάνογλου ως προς την εξής παράμετρο: Ο εξωτερικός τρισδιάστατος χώρος, οι πόλεις, τα σπίτια, η θάλασσα, οι δρόμοι, λειτουργούν σχεδόν πάντα ως προέκταση των αισθημάτων και των σκέψεων του αφηγητή.

Στο τελευταίο διήγημα του βιβλίου ο ήρωας τριγυρίζει στους δρόμους της Θεσσαλονίκης αναζητώντας την ιδεατή θηλυκότητα στα πρόσωπα και τα σώματα άγνωστων φοιτητριών, με τον ίδιο τρόπο που ο πρωταγωνιστής της “Πείνας” του Κνουτ Χάμσουν ψάχνει στους δρόμους τη στοιχειώδη τροφή για να επιβιώσει. Το βλέμμα όμως δεν αρκεί για να προσφέρει ολοκληρωμένη ικανοποίηση, ενώ ταυτόχρονα η προοπτική της ερωτικής συνεύρεσης απομυθοποιεί τις γυναίκες που τον γοητεύουν. Έτσι τα αδιέξοδα μεγεθύνονται και ο αφηγητής, ως άλλος Τάνταλος, αντιλαμβάνεται τον ψυχαναγκαστικό εγκλωβισμό του στο κυνήγι μιας ουτοπίας. ΔΣ

*Πρώτη δημοσίευση: Διαδικτυακό περιοδικό BookPress, Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015 -

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Σολωμός, Παπαδιαμάντης, Καβάφης
(Τρία έργα του Κωνσταντίνου Σαμοΐλη)

 
 


 Διονύσιος Σολωμός
Η μορφή αποδίδεται με τον τρόπο της βυζαντινής τέχνης, όπως θα τη συναντούσαμε στον τοίχο του πρόναου μιας εκκλησίας. Αυστηρό σχήμα, αφαίρεση, πνευματικότητα, αλλά και στοιχεία αγιότητας, όπως σε πολλά από τα πρόσωπα της ποίησής του. Το βλέμμα μοιάζει να κοιτά προς τον υλικό και ταυτόχρονα προς τον άυλο κόσμο. Εκτός από τα μάτια του σώματος διαισθανόμαστε ότι βρίσκονται σε εγρήγορση τα “μάτια της ψυχής”: “Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου”. Το φτερό στο δεξί χέρι είναι το σύμβολο της γραφής και υποδηλώνει σχηματικά την ιδιότητα του ποιητή, καθώς και την ποιητική και δημιουργική του ιδιοσυγκρασία. Ο Διονύσιος Σολωμός είναι “οικείο” πρόσωπο για τον ζωγράφο, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα, το νησί όπου ο ποιητής έζησε κατά το δεύτερο μισό της ζωής του. 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Το έργο έχει στοιχεία κοσμικής ζωγραφικής, αλλά το βυζαντινό ύφος κυριαρχεί στην απόδοση της μορφής και στα νεανικά χαρακτηριστικά του προσώπου. Οι γνωστές φωτογραφίες του διηγηματογράφου αποτελούν μακρινό πρότυπο, αφού ο ζωγράφος ήθελε να δημιουργήσει έναν Παπαδιαμάντη χωρίς τα σημάδια του χρόνου και της φθοράς πάνω του. Η μορφή παρουσιάζεται σε σύμπνοια και χρωματική αρμονία με το υγρό στοιχείο, ενώ το σώμα μοιάζει να είναι βυθισμένο στη θάλασσα. Τον συντροφεύει ένα πλοιάριο που το κατάρτι του καταλήγει σε σταυρό. Εμμέσως θυμόμαστε τη νησιωτική του καταγωγή και τον πρωταγωνιστικό ρόλο της θάλασσας και των ταξιδιών στα διηγήματά του. Ο ήλιος και το φεγγάρι (αριστερά και δεξιά στο πάνω μέρος του έργου) είναι δύο σύμβολα σταθερά στην τέχνη της περιοχής του Αιγαίου από τα πανάρχαια χρόνια και τα συναντάμε ήδη στη μινωική Κρήτη. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική τέχνη προστέθηκε ένας νέος συμβολισμός, που επιβίωσε και στα χρόνια της τουρκοκρατίας: ο ήλιος για τον Ιησού, η σελήνη για την Παναγία. Ως προς τη δομή και τη σύνθεση, στα πρότυπα που χρησιμοποίησε ο καλλιτέχνης θα μπορούσαν να αναφερθούν αρκετά ανάλογα έργα Ελλήνων ζωγράφων. Ως προς την ουσία, το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα και την αύρα που το έργο αποπνέει, θα πρέπει να θεωρηθεί πρωτότυπη δημιουργία.

Κ. Π. Καβάφης
Είναι γνωστή η αποστροφή του Καβάφη για τα γηρατειά και ο φόβος του για τη φθορά του σώματος και της μορφής. “Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου / είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι”, έγραφε. Εδώ ο ζωγράφος τον παρουσιάζει όπως ο ίδιος ο ποιητής θα ήθελε να είναι: όχι απλώς νέο, αλλά διαχρονικά νέο. Η αιώνια φρεσκάδα του ποιητικού του έργου αντανακλάται στο πρόσωπό του συνδυασμένη με μία αθωότητα και μία υποβόσκουσα προσκόλληση στην ηλικία της πρώτης νεότητας. Το θερμό κόκκινο χρώμα στο φόντο υποδηλώνει έναν εσωτερικό κόσμο πλούσιο σε συναισθήματα, που ο ποιητής, για τους δικούς του λόγους, θέλησε να καλύψει σε πολλά ποιήματά του με έναν μανδύα λογικής. Η σύνθεση έχει ως πρότυπο μία από τις ελάχιστες φωτογραφίες του Καβαφη, αλλά πρόκειται για έργο πρωτότυπο, αφού ο ζωγράφος αποδίδει με μεγάλη ελευθερία τα χαρακτηριστικά της μορφής κινούμενος πάντα στο κλίμα της βυζαντινής ζωγραφικής. 

ΔΣ

Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

Έξι νέα βιβλία

Στέλιος Κούκος: Ωριμάζει μέσα μου ο Παπαδιαμάντης, εκδ. Λογείον, σ. 48, Θεσσαλονίκη 2014. Εξαιρετικής αισθητικής και εικονογράφησης έκδοση με εξίσου ενδιαφέρον περιεχόμενο. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης όχι ως αντικείμενο φιλολογικής μελέτης αλλά ως πρόσωπο που ζει ανάμεσά μας. Ο συγγραφέας προσεγγίζει τον μεγάλο πεζογράφο (και εμμέσως το έργο του) στοχεύοντας κυρίως στη δημιουργία κατάλληλης ατμόσφαιρας και όχι τόσο στην κατανόησή του μέσω του λόγου και της λογικής. Επίσης ζυγίζει την επιρροή που είχε και έχει μέσα του το παπαδιαμαντικό έργο ως ζωντανό και ενεργό πλέον τμήμα του εαυτού του. Ο Παπαδιαμάντης, για τον αφηγητή των σύντομων κειμένων που απαρτίζουν το βιβλίο, είναι ένας φίλος, ένα οικείο πρόσωπο, απαλλαγμένο από την ομίχλη του χρόνου και από διάφορα στερεότυπα που τον ακολουθούν.

Κατερίνα Καριζώνη: Ρεσάλτο, ποιήματα 1969-2008, εκδ. Αρμός, σ. 270, Αθήνα 2009. “Στα βόρεια της Άνοιξης / υπάρχει μια κοιλάδα / υπάρχει ένα νόημα από πουλιά”. Στα ποιήματα του βιβλίου οι μνήμες επιστρέφουν διαρκώς στο παρόν, με διάφορα προσωπεία, συχνά με τη μορφή αντικειμένων, γνωστών λογοτεχνικών ηρώων, τοπωνυμίων της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης και πλάγιων αναφορών στη νεότερη Ιστορία. Τα αντικείμενα δεν προσωποποιούνται, αλλά αποτελούν από μόνα τους πρόσωπα. Η νοσταλγία έχει συνήθως αρνητικό πρόσημο, κάτι πολύ σπάνιο γενικά στην ποίηση, ενώ ο θάνατος, η ακινησία και η φθορά συμβαδίζουν με τη δράση, την κίνηση και τη ζωή. Ο χρόνος δεν λειτουργεί γραμμικά: παρελθόν και παρόν αποτελούν μέρη της ίδιας εικόνας. Πολλά ποιήματα τα είδα ως προσπάθεια διαφυγής από τη λογική με το άνοιγμα παραθύρων στη φαντασία. Η λέξη φαντασία όμως δεν είναι ακριβής ούτε αρκετή για να περιγράψει το υπερρεαλιστικό κλίμα ή υπόβαθρο κάποιων ποιημάτων.

Θανάσης Μαρκόπουλος: Ματιές ενμέρει, Κείμενα κριτικής 1993-2013, εκδ. Μελάνι, σ. 272, Αθήνα 2014. Τα κριτικά κείμενα του βιβλίου αφορούν κυρίως ποίηση και πεζογραφία νεότερων και σύγχρονων δημιουργών. Πολλοί από αυτούς φίλοι και γνώριμοι του συγγραφέα. Ο Μαρκόπουλος κατά κανόνα δεν αξιολογεί, αλλά αναλύει, παρουσιάζει και κάνει παρατηρήσεις αναδεικνύοντας θέματα δομής, σύνθεσης-τεχνικής, γλώσσας, επιρροών κλπ. βασιζόμενος συχνά σε παλαιότερους ιστορικούς της λογοτεχνίας και κριτικούς. Υπάρχει δηλαδή για τον αναγνώστη μία αίσθηση αντικειμενικότητας και σταθερών πλαισίων, καθώς και η εντύπωση ότι διαβάζει εν μέρει κριτική και εν μέρει ιστορία της λογοτεχνίας. Κείμενα γραμμένα με φιλολογική επάρκεια, σαφήνεια και αγάπη, από έναν σημαντικό κριτικό της λογοτεχνίας και ποιητή, που κατάγεται από την Κοζάνη και ζει στη Βέροια. Μόνη μου διαφωνία ότι θα προτιμούσα την εντονότερη παρουσία της προσωπικότητας του συγκεκριμένου -και κάθε- κριτικού στα κείμενά του.

Ιγνάτης Χουβαρδάς: Υπόκλιση στον πειρασμό, διηγήματα, εκδ. Οδός Πανός, σ. 128, Αθήνα 2014. Διηγήματα με θέμα την περιπλάνηση ενός άντρα στις μνήμες του και στον εξωτερικό κόσμο με στόχο την προσέγγιση και την κατανόηση της γυναικείας ομορφιάς και της θηλυκότητας, που εξιδανικεύονται και μυθοποιούνται από τον ήρωα-πρωταγωνιστή. Ο τρόπος γραφής ισορροπεί με τη θεματολογία και η υψηλή αφηγηματική τεχνική σε συνδυασμό με την απλότητα (ή την φαινομενική απλότητα) της δομής, συμβάλλουν κάθε φορά στην τελική εντύπωση της συμμετοχής σε μία αρχέγονη εμπειρία.

Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης: Το ημερολόγιο μιας μικρής απουσίας, ποιήματα, εκδ. Στοχαστής, σ. 46, Αθήνα 2015. Ποιήματα που θυμίζουν προφορικό λόγο και φιλική συζήτηση. Ένας άνθρωπος που ζει ξενιτεμένος, μακριά από το σπίτι του, καταγράφει τις συνήθως δύσκολες στιγμές της νέας ζωής του και τις εσωτερικές μεταπτώσεις που οφείλονται στην απουσία οικείων εικόνων και στην έλλειψη των αγαπημένων προσώπων. Εξαιτίας της απόστασης αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο και με άλλη ευαισθησία την αξία πολλών πραγμάτων, ενώ η σκέψη απαλλάσσεται από κάθε τι περιττό. Τελικά βρίσκει διέξοδο στις λέξεις και την ποίηση, μέσω ενός ημερολογίου που γράφεται με στίχους. Έτσι η στέρηση γίνεται αφορμή για αυτογνωσία.

Παναγιώτης Γούτας, Τζαζ, παθήσεις και άλλα τινά, εκδ. Κέδρος, σ. 272, Αθήνα 2015. Διηγήματα που ο συγγραφέας έγραψε σε βάθος είκοσι πέντε ετών. Ήρωές του κάτοικοι μεγαλοαστικών περιοχών και προαστίων, που περπατούν στους δύσβατους δρόμους της καθημερινότητας. Η αφήγηση στηρίζεται κυρίως στην παρατήρηση και το βίωμα. Οι αδιάφορες καθημερινές στιγμές και οι εμμονές των πρωταγωνιστών μεγεθύνονται και συχνά αποκτούν εφιαλτικές διαστάσεις. Σε πολλά σημεία το διάβασμα του βιβλίου θυμίζει βόλτα ή περιπλάνηση στους δρόμους της πόλης.


ΔΣ

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Χρονολόγιο Θεσσαλονίκης [ποίημα*]
Κατά το έτος 390 μετά Χριστόν ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος, που αργότερα χαρακτηρίστηκε Μέγας, έδωσε εντολή να σφαγιαστούν στον ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης –όπου ο ίδιος τους είχε καλέσει– επτά χιλιάδες κάτοικοι της πόλης. Κατά το έτος 1185 μετά Χριστόν Νορμανδοί στρατιώτες, μετά από επιτυχημένη πολιορκία, έσφαξαν άλλους επτά χιλιάδες Θεσσαλονικείς. Κατά το έτος 1943 μετά Χριστόν οι τότε κατακτητές έστειλαν με διαδοχικά δρομολόγια τρένων σαράντα εννιά χιλιάδες κατοίκους της πόλης σε στρατόπεδα θανάτου λέγοντάς τους ότι τους πηγαίνουν σε όμορφα μέρη, όπου θα έχουν σίγουρη δουλειά και εξασφαλισμένη τροφή. Και η πορεία της νύμφης του Θερμαϊκού πάνω στη γραμμή της Ιστορίας συνεχίζεται, με τη βεβαιότητα όλων ότι δεν θα συμβούν παρόμοια πράγματα στο μέλλον.
[*Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό (δε)κατα | τχ. 41ο | άνοιξη 2015 (σελ. 109)]
 

Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ονειρευόταν τρικυμίες (Ήταν ένα μικρό καράβι)

σύνθεση/πιάνο/ερμηνεία: Στέργιος Κώττας
στίχοι: Διονύσης Στεργιούλας


Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

Διονύσης Στεργιούλας: "Ο Καβάφης και η υποδοχή του έργου του"
Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

-Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το βιβλίο «Ο Καβάφης και η υποδοχή του έργου του (Εμπόδια και αλληλεπιδράσεις)», εκδόσεις Νησίδες;
Η μικρή αυτή μελέτη για τον Καβάφη γράφτηκε για να διαβαστεί ως ομιλία σε εκδήλωση της 10ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη. Ξαναδούλεψα το κείμενο και έγιναν κάποιες προσθήκες και διορθώσεις, αλλά διατήρησα και στην τελική μορφή τον αρχικό προφορικό χαρακτήρα. Η έκδοση του βιβλίου από τις Νησίδες οφείλεται στην αποδοχή σχετικής πρότασής μου από τον εκδότη κ. Βασίλη Τομανά, τον οποίο, με την παρούσα ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω.

-Τι σας γοήτευσε από το έργο του Αλεξανδρινού ποιητή;
Διαφορετικά σε κάθε χρονική περίοδο της ζωής μου στοιχεία. Όσο το διαβάζω, νιώθω ότι μεταλ-λάσσεται. Αυτή την περίοδο με γοητεύουν οι αλληλεπι-δράσεις μεταξύ των προσώπων των ιστορικών και ψευδοϊστορικών ποιημάτων του και οι παράλληλες αναγνώσεις που μπορούν να γίνουν σε σχέση με την επικαιρότητα της εποχής του και με γεγονότα από την προσωπική του ζωή. Ο Καβάφης μιλά συνήθως για σχέσεις και συσχετισμούς μεταξύ προσώπων, υπάρχει δηλαδή μία υποτυπώδης πλοκή, ενώ πολύ σπάνια αναφέρεται άμεσα στα συναισθήματά του. Μετά από χρόνια ενασχόλησης με το έργο του, το ενδιαφέρον μου μετατοπίστηκε εν μέρει από τα ποιήματα στη ζωή του, κάτι που διαπιστώνω ότι συμβαίνει σε μεγάλο αριθμό αναγνωστών του.

-Γιατί ο Καβάφης μέχρι τα εξήντα του είναι βιβλιογραφικά άγνωστος;
Μέχρι τα σαράντα του (1903), που δημοσιεύτηκε το κριτικό κείμενο του Ξενόπουλου στα «Παναθήναια» με τίτλο «Ένας ποιητής», είναι έτσι κι αλλιώς άγνωστος στο κοινό της ποίησης, αφού δεν είχε δημοσιεύσει παρά ελάχιστα ποιήματα, τα περισσότερα από τα οποία αργότερα αποκήρυξε. Αλλά και από το 1903 ως το 1923, περίοδος κατά την οποία δημιουργείται ο κύριος κορμός του έργου του, είναι ελάχιστα τα κριτικά κείμενα που εστιάζονται σε αυτό. Λιγότερα από όσα θα περίμενε κανείς όχι για τον Καβάφη αλλά ακόμη και για έναν μέτριο ή άγνωστο ποιητή.

-Είναι αλήθεια ότι από το 1924 τα κείμενα για το έργο του αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο;
Το ενδιαφέρον του κοινού, των λογοτεχνών και των κριτικών για το έργο του, που κορυφώνεται ξαφνικά από το 1924, δεν μπορεί να ερμηνευτεί μόνο από τη δεδομένη υψηλή ποιότητα της ποίησής του. Οπωσδήποτε έπαιξαν σημαντικό ρόλο ιστορικές και άλλες συγκυρίες. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την ταπεινωτική ήττα και ιδιαίτερα μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η ποίηση του Παλαμά, που ως τότε μονοπωλούσε σχεδόν το ενδιαφέρον των αναγνωστών, ίσως επειδή σε έναν βαθμό συμβάδιζε με τη Μεγάλη Ιδέα, άρχισε να αφήνει αδιάφορους αρκετούς πρώην θαυμαστές της. Η κατάρρευση των ιδεολογημάτων στα οποία είχαν πιστέψει πολλοί διανοούμενοι που ζούσαν στην Αθήνα, ιδιαίτερα οι πιο νέοι, και η εσωτερική ανάγκη για διερεύνηση των αιτίων που έφεραν τη χώρα σε παρακμή, έστρεψαν κάποιους στη χαμηλόφωνη ποίηση του Καβάφη. Ο Καβάφης, παρόλο που είχε άποψη για τα πολιτικά και τα εθνικά θέματα, δεν ενέπλεξε την ποίησή του άμεσα σε αυτή την ιστορία. Δεν είχε «επενδύσει» στη Μεγάλη Ιδέα και έτσι δεν τον άγγιξε η κατάρρευσή της. Πονούσε όμως για το δράμα του ελληνισμού. Το 1924 κυκλοφόρησε το αφιερωμένο στο έργο του τεύχος του περιοδικού «Νέα Τέχνη». Μέσα σε μικρό διάστημα κερδήθηκε όλος ο χαμένος χρόνος ως προς την αποδοχή της ποίησής του. Από τότε μέχρι σήμερα τα δημοσιεύματα για το έργο του αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.

-Ποια ήταν η σχέση του με τους Έλληνες ποιητές;
Γενικά αδιαφορούσε για το έργο των άλλων Ελλήνων ποιητών, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις, όπου μπορεί να υπήρχε και σκοπιμότητα που υπαγορευόταν από ένα διαρκές παιχνίδι χειραγώγησης και ισορροπιών. Γνωρίζουμε ότι τοποθέτησε σχεδόν άκοπες στη βιβλιοθήκη του τις ποιητικές συλλογές που του είχε στείλει ο Καρυωτάκης. Εκτιμούσε το έργο του Μαλακάση και του Γρυπάρη και θεωρούσε φίλους του τον Λαπαθιώτη και τον Ουράνη. Στην Αλεξάνδρεια είχε έναν ευρύτατο κύκλο φίλων και γνωστών, μεταξύ των οποίων πολλοί ποιητές που τους θεωρούσε κατώτερούς του ως προς το έργο τους. Όπως πράγματι ήταν.

-Τι γνώμη είχε ο ποιητής Κωστής Παλαμάς για τον Καβάφη;
Αρχικά ο Παλαμάς ήταν μάλλον αδιάφορος και όχι τόσο αρνητικός. Εξάλλου διατύπωνε με ευκολία θετικές κρίσεις για μετριότατους λογοτέχνες. Θεωρούνταν Πατριάρχης των ελληνικών γραμμάτων και δεν υπήρχε λόγος να στραφεί εναντίον κανενός. Αλλά οι κόσμοι τους ήταν πολύ διαφορετικοί. Στην πορεία μπήκαν ανάμεσα σε αυτόν και τον Καβάφη οι θαυμαστές τους και η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών αποτέλεσε ένα από τα σημαντικά κεφάλαια της ιστορίας της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας. Μάλιστα συνεχίστηκε και μετά τον θάνατό τους. Κάποιες παράμετροι αυτής της αντιπαράθεσης, όπως η πιθανή επίδραση σε συγκεκριμένα ποιήματα που γράφτηκαν από τον Καβάφη κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του, δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς. Ο Παλαμάς, βλέποντας την αυξανόμενη αποδοχή του καβαφικού έργου από το κοινό, προσπάθησε να το αποδομήσει και να το απαξιώσει. Αλλά και ο Καβάφης απαξίωνε συστηματικά τον Παλαμά στο περιβάλλον του χρησιμοποιώντας ευφυολογήματα και ειρωνείες.

-Από τα τελευταία ποιήματά του ήταν και το ποίημα για τον Ιουλιανό, με τίτλο «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας». Ποια είναι η ερμηνεία συγγραφής του και τι σχέση έχει με την τότε πολιτική κατάσταση;
Η άποψή μου, όπως τη διατύπωσα αναλυτικά σε μελέτη με τίτλο «Το τελευταίο ποίημα του Καβάφη (Καβάφης-Ιουλιανός-Βενιζέλος)», που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 147 του περιοδικού «Οδός Πανός», είναι ότι στο ποίημα αυτό ο Καβάφης μιλά για γεγονότα που σχετίζονται με την ανταλλαγή των πληθυσμών και τον ρόλο που έπαιξαν στην πραγματοποίησή της η Κοινωνία των Εθνών (League of Nations) και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, εκτελεστικό όργανο κατά κάποιον τρόπο της βούλησης των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής. Όπως στο ποίημα ο Απόλλωνας χρησιμοποιεί τον αυτοκράτορα Ιουλιανό για να απομακρύνει από το προάστιο Δάφνη της Αντιόχειας τα λείψανα του χριστιανού μάρτυρα Βαβύλα, έτσι και η Κοινωνία των Εθνών, που ελεγχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις, χρησιμοποίησε τον Βενιζέλο για να απομακρύνει από την ευρύτερη περιοχή της Μικράς Ασίας τα «λείψανα» του μαρτυρικού ελληνισμού, όσους δηλαδή επιβίωσαν από διωγμούς, πολέμους και καταστροφές. Οι λόγοι ήταν γεωπολιτικοί και οικονομικοί. Είχαν ροκανίσει επί έναν αιώνα τη συνοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας και δεν θα ανέχονταν την αναβίωση, στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, οποιασδήποτε εκδοχής της βυζαντινής αυτοκρατορίας ή έστω τη δημιουργία ενός ισχυρού ελληνικού κράτους. Εννοείται, σύμφωνα με αυτή την άποψη, ότι είχαν αποσύρει την υποστήριξή τους από την Ελλάδα (αν η υποστήριξη αυτή ήταν ποτέ ειλικρινής) πολύ πριν τη Μικρασιατική καταστροφή. Η ανταλλαγή των πληθυσμών χαρακτηρίζεται από όλα τα στοιχεία που σήμερα αποδίδονται στον ελληνικό όρο «εθνοκάθαρση» και στον αγγλικό όρο «ethnic cleansing». Ο Καβάφης, δέκα χρόνια μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης, έγραφε: «Ο Απόλλων είπε να καθαρισθεί το τέμενος».

-Οι Τσίρκας και Σαββίδης θεωρούν ότι πίσω από τα ιστορικά ποιήματα του Καβάφη κρύβεται ένα δεύτερο επίπεδο ερμηνείας, που έχει σχέση με τα πολιτικά. Άρα λοιπόν ενδιαφερόταν για την πολιτική; Εσάς ποια είναι η γνώμη σας;
Τα περισσότερα από αυτά που γνωρίζουμε οφείλονται σε μαρτυρίες ανθρώπων του περιβάλλοντός του, που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του. Φαίνεται ότι ενδιαφερόταν για την πολιτική, αλλά δεν είχε την καλύτερη γνώμη για τους πολιτικούς. Διάβαζε καθημερινά εφημερίδα ή εφημερίδες. Όταν ο Ίων Δραγούμης μετατέθηκε στην Αλεξάνδρεια, γνωρίστηκαν και έγιναν φίλοι. Είναι πολύ πιθανό ότι τον εκτιμούσε ως το τέλος. Ο Δραγούμης ήταν το αντίπαλο δέος του Βενιζέλου. Κατά τον Τσίρκα, που μαζί με τον Σαββίδη υπήρξαν οι κορυφαίοι μελετητές του Καβάφη, ο ποιητής ήταν αντιβενιζελικός. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο επίπεδο ερμηνείας, πέρα από το προφανές πρώτο επίπεδο που προκύπτει από την επιφανειακή ανάγνωση, πρόκειται για την άποψη ότι κάθε ιστορικό του ποίημα (αλλά και πολλά άλλα που δεν εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία) περικλείει έναν πυρήνα πραγματικών γεγονότων, είτε από την προσωπική του ζωή είτε από το πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο της πόλης του και της εποχής του.

-Σήμερα θεωρείται από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Είναι αλήθεια ότι μερικοί θεωρούσαν τα ποιήματά του ως δημοσιογραφικά κείμενα ή αποσπάσματα από βιβλία ιστορίας;
Ο Καβάφης έγινε στόχος πολλών γραπτών επιθέσεων εξαιτίας της μορφής και του περιεχομένου των ποιημάτων του, των επιλογών του βίου του και της αντιπαράθεσης με τον Παλαμά και τους θαυμαστές του. Εκτός από τα εγκωμιαστικά κείμενα, γράφτηκαν εναντίον του και πολλοί λίβελοι, όσοι για κανέναν άλλο Έλληνα ποιητή. Οι αρνητικές απόψεις για το έργο του μπορούν να κατηγοριοποιηθούν, σχηματικά και όχι απόλυτα, σε δύο γενικούς ισχυρισμούς: ότι δεν ήξερε ελληνικά, αφού κάποιοι θεωρούσαν ότι το έργο του είναι γεμάτο γλωσσικά, γραμματικά και συντακτικά λάθη, και ότι δεν θα έπρεπε να θεωρείται ποιητής, αφού τα έργα του δεν είναι ποιήματα. Σήμερα όλα αυτά μάς φαίνονται αδιανόητα και απίστευτα, αλλά το πλαίσιο τότε ήταν εντελώς διαφορετικό. Και αυτό το πλαίσιο δεν άλλαξε μόνο του. Το άλλαξε, σε κάποιον βαθμό, ο ίδιος ο Καβάφης, με την τρομακτική ποιότητα του έργου του.

-Ο Κωνσταντίνος Καβάφης δεν εξέδωσε όσο ζούσε κανένα βιβλίο. Πώς όμως έγινε παγκόσμια γνωστός;
Η παγκόσμια αναγνώριση ήρθε σταδιακά, μέσα σε ένα βάθος χρόνου, και πιστεύω ότι σχετίζεται κυρίως με την αξία της ποίησής του και δευτερευόντως με άλλους παράγοντες. Αν και δεν είχε εκδώσει βιβλίο όσο ζούσε, παρά μόνο αυτοσχέδια τεύχη και μονόφυλλα, υπήρχε ήδη ενδιαφέρον για το έργο του από διαφορετικές χώρες. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, κομβικό σημείο υπήρξε η θετική εμπλοκή του φιλολόγου και μετέπειτα καθηγητή πανεπιστημίου Γιώργου Σαββίδη με το καβαφικό έργο, αρχικά ως μελετητή και στη συνέχεια ως ιδιοκτήτη και διαχειριστή του αρχείου του ποιητή. Η επιστημονική προσέγγιση του καβαφικού έργου από τον Σαββίδη έδωσε άρτιες φιλολογικά εκδόσεις, που αποτέλεσαν σίγουρη βάση για πολλούς μεταφραστές και ιδρύματα του εξωτερικού.

 -Το έργο του Καβάφη είναι πάντοτε επίκαιρο, σε αντίθεση με του Παλαμά που είναι σημαντικό αλλά δεν είναι τόσο σημαντικό. Ποιοι είναι οι λόγοι;
Όπως για χρόνια το έργο του Καβάφη είχε αδικηθεί εξαιτίας του Παλαμά, με τον ίδιο τρόπο αργότερα το έργο του Παλαμά αδικήθηκε εξαιτίας της σύγκρισής του με το έργο του Καβάφη. Το έργο του Παλαμά είναι σημαντικό σε σχέση με το συγκεκριμένο πλαίσιο της εποχής και του τόπου όπου δημιουργήθηκε και του κοινού στο οποίο απευθυνόταν. Γι’ αυτό και ο Παλαμάς δοξάστηκε υπέρμετρα όσο ζούσε, αλλά και στην κηδεία του, που έγινε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της περιόδου της γερμανικής Κατοχής. Ο Καβάφης έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην αφάνεια, όπως τα «κρυμμένα» ποιήματά του, και στην κηδεία του παρευρέθηκαν λιγοστοί φίλοι του. Επειδή όμως κέντρο της ποίησής του είναι ο άνθρωπος και όχι ιδέες ή ιδεολογήματα, δεν υπάρχουν σύνορα, χρονικά, τοπικά ή πολιτισμικά, που μπορούν να εμποδίσουν τη διάδοσή της.

-Έχετε δικό σας ιστολόγιο και γράφετε για την ποίηση. Μπορείτε να μας αναφέρετε αυτή την δραστηριότητά σας;
Αν και αρχικά είχα πολλές επιφυλάξεις για την προβολή και τη διάδοση της ποίησης μέσα από το διαδίκτυο, το ιστολόγιο με το όνομα «out of the walls» μού προσέφερε και συνεχίζει να μου προσφέρει σε κάθε ανάρτηση μεγάλη χαρά. Διαπιστώνω, μετά από έξι χρόνια, ότι αποτελεί έναν πρωτότυπο τρόπο έκφρασης, που δεν μπορεί να περιγραφεί ή να ταξινομηθεί με βάση τούς παραδοσιακούς γραμματολογικούς όρους.

-Έχετε επιμεληθεί αφιερώματα σε σπουδαίους συγγραφείς και ποιητές. Σε τι συνεισφέρουν αυτές οι εκδόσεις;
Έχω επιμεληθεί αρκετά λογοτεχνικά αφιερώματα, κυρίως για το περιοδικό «Οδός Πανός» του Γιώργου Χρονά, κάποια από τα οποία κυκλοφόρησαν σε χιλιάδες αντίτυπα. Ενδεικτικά αναφέρω τα αφιερώματα στον Παπαδιαμάντη, τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης και τον Καβάφη. Επομένως έχω άποψη για το θέμα και θα σας την καταθέσω. Γενικά, υπάρχει η τάση να φορτώνονται τα αφιερώματα με εγκωμιαστικά ή με «ψευδο-φιλολογικά» κείμενα για το τιμώμενο πρόσωπο, πολλά από τα οποία είναι γραμμένα με βιασύνη και προχειρότητα. Αυτές οι εκδόσεις δεν συνεισφέρουν σε τίποτα. Υπάρχουν όμως και αφιερώματα που παρουσιάζουν ανέκδοτο υλικό, νέες απόψεις, πρωτότυπες μελέτες και χαρακτηρίζονται από επιστημονική και φιλολογική επάρκεια. Για να έχει το αφιέρωμα αξιοπιστία και αντοχή στον χρόνο πρέπει ο επιμελητής να γνωρίζει επαρκώς το θέμα, να επιλέξει προσεκτικά τους συνεργάτες, να δώσει ιδιαίτερη σημασία στην κατανομή των σελίδων και στη διάταξη της ύλης, να συμμετέχει με πάθος και παράλληλα να μπορεί να αποστασιοποιηθεί από αυτό που κάνει, ώστε να παραμείνει αντικειμενικός. Ακόμη, αν χρειαστεί, να μη λειτουργεί ως φιλόλογος αλλά ως ποιητής, δίνοντας μεγάλη προσοχή στη διαίσθησή του.

-Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας ποιητές;
Δεν θα αναφέρω ζώντες ποιητές, αλλά μόνο ζώντες μέσα από το έργο τους: Σολωμός, Κάλβος, Καβάφης, Μιχάλης Κατσαρός, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Νίκος Καββαδίας, Ζωή Καρέλλη, Τάκης Βαρβιτσιώτης και άλλοι. Θεωρώ αριστούργημα της ελληνικής γλώσσας το κείμενο του Ακάθιστου Ύμνου. Παλαιότερα μου άρεσαν πολύ ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Κώστας Καρυωτάκης, οι στίχοι των δημοτικών τραγουδιών και οι προσωκρατικοί ποιητές-φιλόσοφοι.

-Ποια συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο που διαβάζει ποίηση;
Να εντάξει στα προς ανάγνωση βιβλία κλασικούς και αναγνωρισμένης αξίας ποιητές του παρελθόντος. Έτσι θα υπάρχει μέτρο σύγκρισης και δεν θα διαμορφώσει τις αισθητικές αντιλήψεις του πάνω σε σαθρές βάσεις. Εάν δεν διαβάζει μόνο, αλλά και γράφει ποιήματα, θα πρέπει να θυμάται ότι πρόκειται για μια πορεία στην οποία οι πιθανότητες για κάτι ξεχωριστό είναι μηδαμινές, ακόμη και αν κανείς αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στο πνεύμα και διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία σημαντικού έργου. Και αυτό ισχύει για όλους μας. Η ματαιοδοξία μπορεί να δώσει ώθηση στην αρχή, αλλά αυτό που τελικά θα κερδίσει είναι ο εαυτός του, η εσωτερική ωριμότητα και η διανοητική ικανοποίηση. Ίσως και η βαθύτερη επικοινωνία με ελάχιστους ανθρώπους στο πλαίσιο των κοινών πνευματικών αναζητήσεων και ενδιαφερόντων.

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

"Ο Καβάφης έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην αφάνεια"

Συνέντευξη του Διονύση Στεργιούλα στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη 
(περιοδικό fractal, τεύχος 10)

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Αφιέρωμα στον Μανόλη Αναγνωστάκη

Με αφιέρωμα στον Μανόλη Αναγνωστάκη (1925-2005) κυκλοφόρησε στις 8 Μαρτίου 2015 η εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Μακεδονία της Κυριακής».

Επιμέλεια αφιερώματος - εισαγωγή: 
Στέλιος Κούκος

Κείμενα
Διονύσης Στεργιούλας
Γιάννης Χατζηγώγας
Μανόλης Αναγνωστάκης

Συνεντευξιαστές
Θέμης Λιβεριάδης
Ρένος Αποστολίδης

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Θέατρο*

Ένας από τους πρωταγωνιστές
κάποτε είπε
ότι εκείνοι απλώς παρακολουθούν
τη δική μας παράσταση
ότι εμείς είμαστε η Σκηνή
κι εκείνοι οι Θεατές.





[*Πρώτη δημοσίευση: 
  Περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 164, 
  Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2014, σελ. 74]