Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2017

Ο "Λόγος" του Ιουλίου Τυπάλδου για τον Διονύσιο Σολωμό


Συκοφαντία και φθόνος τον κόσμο κυβερνούν
μεγάλους ταπεινώνουν, μικρούς υμνολογούν.
Λοιπόν, τους έπαινούς μας ας ψάλλομεν εμείς,
γιατί να μας παινέσει δεν θα βρεθεί κανείς.
                     (Ιούλιος Τυπάλδος, «Οι γκιώνηδες»)

Ένας ενδιαφέρων, αν και όχι πρωτότυπος τρόπος για να γνωρίσουμε την προσωπικότητα ενός συγγραφέα, είναι να μελετήσουμε προσεκτικά όσα γράφει για άλλους. Στα κείμενά του για τους ομοτέχνους του είναι πολύ πιθανό να έχει προβάλει στοιχεία της δικής του προσωπικότητας, εάν ισχύει η ρήση του Φερνάντο Πεσόα ότι «αυτό που βλέπουμε δεν είναι αυτό που βλέπουμε, αλλά αυτό που είμαστε». Ο Λόγος του Ιουλίου Τυπάλδου για τον Διονύσιο Σολωμό περιλαμβάνει –εκτός από τα τυπικά στοιχεία ενός κειμένου που γράφεται για συγκεκριμένη περίσταση– κάποια βιογραφικά στοιχεία του ίδιου του Τυπάλδου (όπως η φιλία του με τον Σολωμό), τις προσωπικές αισθητικές προτιμήσεις του, αλλά και άλλες απόψεις και πεποιθήσεις του, όπως η πίστη στην αθανασία της ψυχής.

Ο Ιούλιος Τυπάλδος (Ληξούρι Κεφαλονιάς 1814 – Κέρκυρα 1883) υπήρξε εξέχουσα προσωπικότητα των Ιονίων Νήσων και ένας από τους λίγους που ο Σολωμός τίμησε με τη φιλία του. Σύμφωνα με παλαιότερες πηγές, την αγάπη του για τη λογοτεχνία τού την ενέπνευσε η Ιταλίδα μητέρα του, κόμισσα Τερέζα Ριγκέτι. Έγραψε ποιήματα στη δημοτική, επηρεασμένος από τον Σολωμό και τα δημοτικά τραγούδια και μετέφρασε μεγάλο μέρος της Ελευθερωμένης Ιερουσαλήμ του Torcuato Tasso. Ο Λόγος είναι ένα από τα ελάχιστα πεζά του που έχουν δημοσιευθεί. Τυπώθηκε το έτος της εκφώνησής του στο τυπογραφείο της Ζακύνθου Ο ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ («Σεργίου Χ. Ραφτάνη, διευθυνόμενον υπό Νέστορος Ι. Ταρουσοπούλου») σε ένα δεκαεξασέλιδο όγδοου σχήματος. Από το ίδιο τυπογραφείο κυκλοφόρησαν το 1857, με αφορμή τον θάνατο του Σολωμού, τουλάχιστον τρία ακόμη βιβλία. Αντίτυπά τους μπορεί να δει κανείς σε προθήκες του μουσείου Σολωμού στην Κέρκυρα, μαζί με άλλες δυσεύρετες εκδόσεις που αφορούν τον ποιητή. Αντιγράφω τα στοιχεία των σελίδων τίτλου:

  • ΛΟΓΟΣ / ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ / ΕΙΣ ΤΟΝ / ΠΟΙΗΤΗΝ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ / ΤΟΝ ΚΟΜΗΤΑ / ΔΙΟΝΥΣΙΟΝ ΣΟΛΩΜΟΝ, / Εκφωνηθείς εν τω ναώ της Μητροπόλεως κατά το τελεσθέν υπό / του Πανιερ. Μητροπολίτου και παντός του ιερού κλήρου μνημό- / συνον των οκτώ τω Σαββάτω της Τυρινής 16 Φεβρ. 1857. / ΥΠΟ ΤΟΥ ΙΕΡ. Κ. ΣΤΡΑΤΟΥΛΗ, / Διευθυντού του Δευτερεύοντος Σχολείου Ζακύνθου.
  • ΛΟΓΟΣ / ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΠΟΘΑΝΟΝΤΟΣ / ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΟΜΟΥ / ΖΑΚΥΝΘΙΟΥ ΠΟΙΗΤΟΥ / ΣΥΝΤΕΘΕΙΣ ΥΠΟ Π. ΧΙΩΤΟΥ / Και εκφωνηθείς κατά το μνημόσυνον του μακαρίτου / ΤΩ 1857 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 23.
  • ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ ΕΠΙΤΥΜΒΙΟΝ / ΕΙΣ ΤΟΝ / ΚΛΕΙΝΟΝ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΟΙΗΤΗΝ / ΚΟΜΗΤΑ ΙΠΠΟΤΗΝ / ΔΙΟΝΥΣΙΟΝ ΣΟΛΩΜΟΝ, / Συντεθέν υπό του Ελλογιμωτάτου Δρος / ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΔΟΥ ΜΠΟΝΣΙΝΙΟΡ / Διδασκάλου της Παγκοσμίου Ιστορίας και Χρονολογίας / ΕΝ ΤΩ ΛΥΚΕΙΩ ΖΑΚΥΝΘΟΥ.

Η δομή του Λόγου του Τυπάλδου είναι σε γενικές γραμμές η εξής:

  • Μία εικόνα από το παρελθόν: ένας νέος (ο Σολωμός), εκφωνεί τον επικήδειο του Ούγου Φώσκολου στη Ζάκυνθο (1827).
  • Ο θάνατος του Σολωμού και η απήχηση που είχε στον λαό η είδηση.
  • Η αξία του Σολωμού, για την οποία ο συγγραφέας μπορεί να μιλήσει και βιωματικά, μια και τους συνέδεε βαθιά φιλία.
  • Γενικές ιδέες και σκέψεις για την ποίηση και τους ποιητές, που εφαρμόζονται στην περίπτωση του Σολωμού. Αναφορές στους αρχαίους Έλληνες και στη δημοτική γλώσσα. Η γλώσσα του ελληνικού λαού που χρησιμοποίησε ο Σολωμός, είναι η γλώσσα που διασώζει το πνεύμα των αρχαίων προγόνων. Πολλές από τις ιδέες αυτές μοιάζουν να προέρχονται από κατ’ ιδίαν συζητήσεις του Τυπάλδου με τον Σολωμό, αν και κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στο κείμενο.
  • Εστίαση σε τρία συγκεκριμένα έργα του Σολωμού: Ύμνος εις την Ελευθερίαν, Ωδή στον θάνατο του Μπάιρον, Λάμπρος. Για όσα ακολούθησαν, γράφει: «Όλα τα άλλα ποιήματα οπού συνέθεσε, αφού υψώθη εις την ανωτέραν σφαίρα της τέχνης, είναι ανέκδοτα. Δεν αμφιβάλλω ότι γλήγορα θέλει δημοσιευθούν, και βέβαια θέλει υψώσουν πολύ περισσότερον το όνομα του ποιητή μας».
  • Διαχωρισμός μεταξύ ανθρώπων του πλούτου και της εξουσίας και ανθρώπων του πνεύματος. «Δάκρυα και αίμα τρέφουν τα στεφάνια, με τα οποία οι δυνάστες των εθνών στολίζουν την κεφαλή τους». Η φήμη των πρώτων είναι προσωρινή, ενώ η δόξα των δεύτερων αιώνια.
  • Απευθύνεται στους νέους της Ζακύνθου: «[…] αν ζητάτε το πνεύμα του σηκώσετε τα βλέμματα ψηλά, επειδή ο ουρανός είναι η πατρίδα των μεγάλων ανδρών».
  • Απευθύνεται στην ψυχή του Σολωμού.

Ο Τυπάλδος, χωρίς να ξεφεύγει από τα στερεότυπα που απαιτεί η περίσταση και από τους περιορισμούς που θέτει το είδος του λόγου, χωρίς ακόμη να ξεφεύγει από ιδεολογήματα της εποχής του (π.χ. η δημοτική γλώσσα που διασώζει το πνεύμα των αρχαίων προγόνων), καταφέρνει να δημιουργήσει ένα σημαντικό κείμενο, με παρατηρήσεις για το έργο του Σολωμού που έχουν διαχρονική αξία. Το σχόλιό του για τα έργα της τελευταίας περιόδου, που ο ποιητής συνέθεσε «αφού υψώθη εις την ανωτέραν σφαίρα της τέχνης», δείχνει ότι ο κύκλος του Σολωμού ήδη γνώριζε την αξία αυτών των έργων, που άρχισαν να γίνονται ευρύτερα αποδεκτά αρκετές δεκαετίες αργότερα. Ας μην ξεχνάμε ότι έργα του ποιητή, όπως ο Πόρφυρας και τα σχεδιάσματα των Ελεύθερων ΠολιορκημένωνΠολιορκισμένων, όπως το ήθελε ο Σολωμός), που δημοσιεύτηκαν πρώτη φορά το 1859 στην έκδοση που επιμελήθηκε ο Ιάκωβος Πολυλάς, προκάλεσαν την απογοήτευση του κοινού, που ίσως περίμενε ποιήματα όπως η Ξανθούλα, ή ποιήματα πατριωτικά, όπως εκείνα της πρώτης περιόδου και όχι αποσπάσματα ημιτελών έργων, που ξεχείλιζαν από ιδεαλισμό. Είναι χαρακτηριστικά κάποια σχόλια αναγνωστών της εποχής, μεταξύ των οποίων και του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (σε επιστολή του), που δείχνουν πόσο απογοήτευσε ο Σολωμός το κοινό της πρώτης έκδοσης των Απάντων των Ευρισκομένων. Μάλιστα, επειδή ελάχιστοι είχαν την ικανότητα να αντιληφθούν την αξία των αποσπασμάτων, άρχισαν να διαδίδονται φήμες σχετικές με χαμένα, κρυμμένα ή κατεστραμμένα χειρόγραφα ολοκληρωμένων έργων της τελευταίας περιόδου. Είναι όμως αμφίβολο εάν ο Σολωμός ή οποιοσδήποτε άλλος θα είχε ποτέ τη δυνατότητα να ολοκληρώσει έργα που να αγγίζουν την τελειότητα των Ιδεών. Γιατί αυτό ήταν που επιθυμούσε. 
Διονύσης Στεργιούλας

[Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 138, Αθήνα 2007]