Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Κυκλική αφήγηση, λογοτεχνικό υπερκείμενο

Για το μυθιστόρημα του Γιάννη Καισαρίδη «Αποτομή» (εκδ. Νησίδες).

ία διευρυμένη θεατρική σκηνή με φόντο την Ελλάδα του εικοστού αιώνα. Ο χωρίς τέλος μόχθος των αγροτών της ελληνικής επαρχίας πριν η τεχνολογία διευκολύνει τις δραστη-ριότητές τους. Η μεταφυσική δύναμη που συνδέει τα μέλη μίας οικογένειας, ζώντες και κεκοιμημένους, πρόσφυγες στον χώρο και στον χρόνο. Το ποτάμι που κυλά ασταμάτητα, όπως ο χρόνος, άλλοτε ως μέρος του σκηνικού και άλλοτε ως βουβό πρόσωπο της ιστορίας. Τα περιστέρια με τις ελεύθερες πτήσεις τους και την επιστροφή τους στο σημείο από το οποίο ξεκίνησαν. Πρόσωπα που αθόρυβα εισέρχονται και αθόρυβα αποχωρούν. Μικρές ιστορίες που συνθέτουν μια υπερ-ιστορία ή ένα υπερκείμενο. Ρευστά, κινούμενα όρια και έλλειψη γραμμικότητας. Ένα πλήθος αφηγηματικών κύκλων που αρχίζουν από το τέλος τους και τελειώνουν στην αρχή τους. Τηρουμένων των αναλογιών, ένα λογοτεχνικό περιβάλλον γερμανικού και σολωμικού ρομαντισμού του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, με την περιγραφή σκηνών συχνά ζοφερών και με επιρροές από νεοπλατωνικές και άλλες φιλοσοφικές απόψεις. Μία καταγραφή της νεότερης ιστορίας ιδωμένης μέσα από τον πυρήνα της, από την πλευρά των θυμάτων της.


Η παράμετρος χρόνος είναι αδύναμη στο μυθιστόρημα, επειδή διαρκώς προβάλλονται έννοιες και καταστάσεις που καταργούν ή μηδενίζουν τον χρόνο: ο πόνος, τα τραύματα, ο ανθρώπινος παράγοντας. Δεν υπάρχουν πρωταγωνιστές και όλοι παρουσιάζονται ευάλωτοι στο σχέδιο της μοίρας. Η πορεία προς το μέλλον δεν διαφέρει από την επιστροφή στο παρελθόν, στις πηγές των πρώτων αναμνήσεων και των πρώτων τραυμάτων. Η αδυναμία θεωρητικής απάντησης στο μεγάλο ερώτημα που αφορά τον άνθρωπο και την πηγή της φθοράς, οδηγεί στην εστίαση σε συγκεκριμένα κομβικά γεγονότα, που ίσως απαντούν εν μέρει σε αυτό. Η κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας ταυτόχρονα με τη μικρασιατική καταστροφή λειτουργεί ως ένας ασκός του Αιόλου, με επιπτώσεις τραγικές, που θα διαρκέσουν πολλές δεκαετίες.

Το ψηφιδωτό των ανθρώπινων πράξεων και συμβάντων που δημιουργεί ο συγγραφέας περιλαμβάνει έναν γάμο που θυμίζει «εξόδιο τελετή», δολοφονίες κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, παιχνίδια παιδιών, θρησκευτικές και εορταστικές εκδηλώσεις, παγανιστικής προέλευσης έθιμα των ορθοδόξων χριστιανών, οικογενειακές συναθροίσεις, θρύλους που επαληθεύονται. Η οικογενειακή ιστορία, που αναδεικνύεται εδώ πιο περιεκτική και πιο τραγική από την εθνική και την παγκόσμια, έχει τις ήττες και τους θριάμβους της, τις επικές μάχες, τις επετείους και τις μαύρες σελίδες της, τους ήρωες και τα θύματά της. Ο αφηγητής γνωρίζει τα πάντα και κατά περίπτωση αποκαλύπτει, κρύβει ή δίνει μη επαρκείς πληροφορίες, σαν να μάχονται μέσα του αντίρροπες δυνάμεις στην προσπάθειά του να καταλήξει και ο ίδιος σε συμπεράσματα ή σαν να πρόκειται για έναν γρίφο, για ένα μυστήριο, που ο αναγνώστης θα δοκιμάσει να προσεγγίσει μόνο αν το επιθυμεί. Ίσως θα ταίριαζαν για τον αφηγητή τα λόγια του Ηράκλειτου: «ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει».

Όπως και στη ζωή, πολλά κεφάλαια παραμένουν για πάντα ανοιχτά, ενώ σε άλλα που κλείνουν, από το τέλος τους ξεκινούν νέες ιστορίες. Το νήμα δεν κόβεται ποτέ, και αφού το μέλλον είναι ήδη παρελθόν, ο θάνατος κάποιων προσώπων δεν διαφοροποιεί την ύφανση και το σχέδιο της αφήγησης. Τα ίχνη τους παραμένουν νωπά σ’ εκείνους που κάποτε συνδέθηκαν μαζί τους. Οι νεκροί επιστρέφουν ξανά και ξανά στη σκέψη των ζώντων, των οποίων τη φαντασία καλύπτουν με την απουσία τους. Για τους ζώντες μοιάζει να μην υπάρχει ο έξω κόσμος. Αλληλεπιδρούν μόνο με τα πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος και με τους νεκρούς τους. Η λήθη είναι λήθη μόνο φαινομενικά. Το παρόν κρύβει στα σπλάχνα του μία χαώδη σύνθεση εικόνων, εμπειριών και συνειρμών του παρελθόντος, που έχουν αυτονομηθεί από τον έλεγχο της λογικής σκέψης, περιμένοντας τη στιγμή της επιστροφής, τη στιγμή που θα πρωταγωνιστήσουν ξανά.

Η αφήγηση χαρακτηρίζεται από αέναη κυκλικότητα. Τα πρόσωπα, όπως και οι πράξεις τους, συνδέονται μεταξύ τους μέσω είτε λογικών και επαληθεύσιμων είτε απροσδιόριστων ή υπερφυσικών οδών επικοινωνίας. Ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι διαβάζει μία αρχαία τραγωδία, που όλο πλησιάζει στο τέλος της και όλο παίρνει παράταση. Πολλοί θάνατοι, «αποτομές» μεταφορικά και κυριολεκτικά. Και ο λόγος, με τα πολλά στοιχεία προφορικότητας που περνούν στη γραφή, να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται σε άγνωστα μονοπάτια, που άλλοτε οδηγούν σε κάποιον προορισμό και άλλοτε απλώς διερευνούν το περιβάλλον γλωσσικό τοπίο.