Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

Δύο πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης
(Περικλής Σφυρίδης, Παναγιώτης Γούτας)

Ο Περικλής Σφυρίδης υπήρξε κατά κάποιο τρόπο ο «μέντορας» του Παναγιώτη Γούτα στη λογοτεχνία, αφού οι πρώτες δημοσιεύσεις λογοτεχνικών κειμένων του Γούτα έγιναν στην Παραφυάδα. Οι ερωτήσεις στις οποίες καλείται να απαντήσει ο Σφυρίδης (στη συνέντευξή του προς τον Γούτα) έχουν σχέση με την πνευματική Θεσσαλονίκη, τη λογοτεχνική του παρουσία και τη λογοτεχνία γενικότερα. Ο Σφυρίδης απαντά σε όλες τις περιπτώσεις με ειλικρίνεια, είναι όμως σαφής η αγωνία και η αδυναμία του να εντάξει ουσιαστικά τον εαυτό του στη λογοτεχνική παράδοση της Θεσσαλονίκης, κάτι που βέβαια είναι ανεξάρτητο από την ποιότητα του έργου του.

Το καθοριστικό στοιχείο στην πορεία του Σφυρίδη υπήρξε η γνωριμία του με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και η συνεργασία του με τη Διαγώνιο κατά την τελευταία περίοδο έκδοσής της. Εδώ έχει ενδιαφέρον να επισημάνουμε ότι η Διαγώνιος της περιόδου 1958-1962 με τη Διαγώνιο της δεκαετίας του 1970 δεν είναι το ίδιο περιοδικό. Η διακριτική παρουσία του εκδότη και η «πολυσυλλεκτικότητα» των πρώτων ετών δίνουν τη θέση τους με τον καιρό σε ένα πιο άκαμπτο αισθητικό –σχεδόν ιδεολογικό– πλαίσιο σε ό,τι αφορά τους συνεργάτες και τη δημοσιεύσιμη ύλη. Τα ποιοτικά κριτήρια για δημοσίευση έγιναν πολύ πιο αυστηρά, οι πιθανότητες όμως για λογοτεχνικά θαύματα μειώθηκαν.

Ο Σφυρίδης επιμένει στη βιωματική λογοτεχνία και αυτή είναι μία άποψη σεβαστή, ακόμη και αν διατυπώνεται στην πόλη της εσωστρέφειας και του «εσωτερικού μονολόγου», στην πόλη του Γιώργου Θέμελη, της Ζωής Καρέλλη και του Πεντζίκη. Μην ξεχνάμε όμως ότι σχεδόν ποτέ στην μακραίωνη ιστορία της λογοτεχνίας, από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια ως τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες και τη Βραδύτητα του Κούντερα, η καταγραφή των βιωμάτων δεν υπήρξε κύρια τάση στη λογοτεχνία. Ακόμη και ο ρεαλισμός του 19ου αιώνα συνδέθηκε με την αμφισβήτηση της αστικής ηθικής, υπήρχε δηλαδή πάνω από το βίωμα και την παρατήρηση μία «πολιτική» άποψη.

Εκτός από τα άμεσα βιώματα, η φαντασία, οι εσωτερικές διεργασίες, το υποσυνείδητο, οι αισθητικές επιλογές, οι συγγραφείς που λειτουργούν ως πρότυπα και άπειροι άλλοι παράγοντες συνδιαμορφώνουν ένα λογοτεχνικό έργο. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως βίωμα δεν είναι παρά προβολή ή ερμηνεία από την πλευρά του συγγραφέα ή ακόμη η μονοδιάστατη επιφάνεια ενός φαινομένου.

Η άποψη περί βιωματικής λογοτεχνίας μπορεί να μοιάζει σχεδόν φυσική και να ακούγεται σήμερα ως γενική αλήθεια. Μεταφέρει ωστόσο ένα έντονα ιδεολογικό περιεχόμενο, συχνά ακραία συντηρητικό, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με την κριτική προς τα μεγάλα λογοτεχνικά ρεύματα και κινήματα του εικοστού αιώνα, που σε κάποιες περιπτώσεις συνδέθηκαν με αγώνες για κοινωνικές ανατροπές. Η απλοϊκή ανάλυση ή ακόμη η απόρριψη εκ των υστέρων των επαναστάσεων που συντελέστηκαν στη λογοτεχνία του 20ού αιώνα, δεν φωτίζει τα σημαντικά αυτά φαινόμενα που άνθισαν κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, αλλά τη δική μας άγνοια.

Μία δυσάρεστη έκπληξη στο –ενδιαφέρον κατά τα άλλα– βιβλίο είναι η έκφραση του Σφυρίδη ότι «Στη Θεσσαλονίκη τον Πεντζίκη τον θεωρούσαν ανισόρροπο μέχρι που ήρθε ο Σεφέρης να αναδείξει την αξία του» (σ. 53). Η αξία του Πεντζίκη (τον οποίο είχα την τιμή να γνωρίσω προσωπικά) είχε αναγνωριστεί στη Θεσσαλονίκη πολύ πριν την ενασχόληση του Σεφέρη μαζί του. Εξάλλου, η μελέτη του Ηλία Πετρόπουλου «Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης» δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1958. Ο Πεντζίκης, που τίμησε με το έργο του και με την ακτινοβολία του τη Θεσσαλονίκη και τα ελληνικά γράμματα, υπήρξε από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, φίλος και συνεργάτης των πιο εκλεκτών πνευματικών ανθρώπων της Θεσσαλονίκης. Και δεν νομίζω ότι συνέβαλε ιδιαίτερα στην εν ζωή αναγνώριση ή στην υστεροφημία του το δοκίμιο του νομπελίστα Σεφέρη (που το δημοσίευσε με το ψευδώνυμο Ιγνάτης Τρελός το 1973).

Η προσπάθεια του Γούτα να αναδείξει τις απόψεις ενός σχετικά άγνωστου στο ευρύ κοινό ομοτέχνου του πεζογράφου της Θεσσαλονίκης θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν παράδειγμα για τους νεότερους λογοτέχνες και σαν αφορμή ώστε να ανασύρουν από τις βιβλιοθήκες τους και από τα ράφια των παλαιοβιβλιοπωλείων βιβλία που σχετίζονται με το λογοτεχνικό παρελθόν αυτής της πόλης. ΔΣ

[Το κείμενο αποτελεί σχόλιο στο βιβλίο του Παναγιώτη Γούτα Αποκούμπι στην κουβέντα με τον Περικλή Σφυρίδη, εκδ. Μπιλιέτο, Παιανία 2010, σ. 62]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.