Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

ΜΑΥΡΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ


Μόλις ολοκλήρωσα την ανά-γνωση του πρώτου βιβλίου του πεζογράφου Φώτη Θαλασσι-νού, που έχει τον τίτλο Μαύρα μαργαριτάρια (2003). Είχε προ-ηγηθεί, τα τελευταία χρόνια, το διάβασμα των τριών μετα-γενέστερων βιβλίων του: Ο θάνατος του κόμη του Λωτρεαμόν (2004), Λούπα (2007) και Αντάλια (2010). Έτσι μπορώ να έχω συνολική εικόνα του μέχρι σήμερα έργου του.

Στη συλλογή διηγημάτων Μαύρα μαργαριτάρια οι ιστορίες είναι σύντομες, συνοπτικές, και η αφήγηση γραμμική. Το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται τόσο στη θεματολογία όσο στη γραφή. Η αφήγηση πάντα σε πρώτο πρόσωπο, με τον κεντρικό ήρωα να προσπαθεί διαρκώς να ορίσει το στίγμα του και την παρουσία του μέσα στον χώρο και τον χρόνο, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζεται η εσωτερική του αναζήτηση. Τον αφηγητή συντροφεύουν παράξενα πρόσωπα και ζώα, όπως η Μινώα, ένα κορίτσι που θέλει να πεθάνει, ένας σκαντζόχοιρος που τον οδηγεί μέσω ενός τούνελ σε μία κρυμμένη πόλη, ένα σκυλί που πεθαίνει στην άσφαλτο από χτύπημα αυτοκινήτου. Οι άγνωστες και παράξενες πόλεις, κοινωνίες και καταστάσεις που περιγράφει παραπέμπουν άλλοτε τοπία της Αποκάλυψης του Ιωάννη και της «λογοτεχνίας του φανταστικού» και άλλοτε σε σκοτεινούς διαδρόμους του υποσυνειδήτου.

Τα επαναλαμβανόμενα από ιστορία σε ιστορία μοτίβα αφήγησης συνιστούν ως ένα βαθμό επανάληψη της ίδιας βασικής διαδρομής: από το πραγματικό στο φανταστικό, από τον γνωστό κόσμο, που ορίζουμε ως πραγματικότητα, σε άγνωστους, μυθικούς, εξωπραγμα-τικούς τόπους. Η έλξη για την εξερεύνηση και τις ανακαλύψεις συνοδεύει σχεδόν όλους τους ήρωές του, οι οποίοι συχνά λειτουργούν σαν να εκτελούν ένα σχέδιο του πεπρωμένου παρά σαν να ενεργούν αυτόνομα.

Στα Μαύρα μαργαριτάρια ο Φ.Θ. κάνει μια πρώτη απόπειρα να δημιουργήσει ένα δικό του λογοτεχνικό περιβάλλον, όπου τα πάντα είναι χτισμένα με λέξεις και με τα υλικά της φαντασίας και όπου οι λέξεις είναι σύμμαχοι της φαντασίας. Τα υλικά της φαντασίας είναι συχνά πιο στέρεα από εκείνα της πραγματικότητας, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τη ρεαλιστική πεζογραφία της εποχής μας, που κατά κανόνα καταγράφει την ανούσια -ακόμη και για τους ίδιους- καθημερινότητά των συγγραφέων.

Το βιβλίο του 24χρονου τότε συγγραφέα, παρά το βιαστικό γράψιμο των ιστοριών και τις εξαιρετικά απλές δομές αφήγησης, δεν υστερεί (εάν τεθούν μόνο λογοτεχνικά κριτήρια) από τα επόμενα βιβλία του. Ωστόσο, όσο περνά ο καιρός, η ματιά του παρουσιάζεται διευρυμένη και το περιεχόμενο αποκτά προεκτάσεις κοινωνικές, ψυχολογικές, αλληγορικές, καθώς και ένα πραγματολογικό βάθος. Ιδιαίτερα στο τελευταίο βιβλίο του, την Αντάλια, δοκιμάζει τον εαυτό του σε ένα πολύ δύσκολο ταξίδι στη χώρα της γραφής, Η Αντάλια θεματολογικά θυμίζει ίσως περισσότερο τα Μαύρα μαργαριτάρια, και λιγότερο τα δύο ενδιάμεσα βιβλία, υφολογικά όμως είναι αυτόνομη, με ένα ιδιαίτερο ύφος και με έναν τρόπο αφήγησης που απομακρύνεται από τα προηγούμενα έργα του συγγραφέα. ΔΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.